Πέμπτη 21 Ιουνίου 2012






                                             ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΣΕΛΛΑΔΩΝ 1967

Παρασκευή 15 Ιουνίου 2012

Ιερά μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου


Ιερά μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου

Ένα ιστορικό μνημείο που διασώζει την ιστορία του μικρού αυτού χωριού είναι το μοναστήρι της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στη νότια πλευρά. Χτίστηκε το 17ο αιώνα με τη βοήθεια όλων των κατοίκων και φυσικά του Μητροπολίτη της Άρτας, Σεραφείμ Ξενόπουλου, ο οποίος απάλλαξε με πολλούς κόπους ένα μέρος των κτισμάτων της μονής από τα κατακτητικά χέρια του Απτούλ εφέντη των Ιωαννίνων που κατείχε το χωριό.

Στη μονή φυλάσσονται άγια λείψανα όπως η τίμια κάρα του Άγιου Ιωάννη του Ελεήμονος, πατριάρχη Αλεξάνδρειας του θαυματουργού. Στην ιερά μονή υπήρχαν κτισμένα κελιά που φιλοξενούσαν τους επισκέπτες καθώς και στάβλοι για τα ζώα. Πολλοί αγωνιστές του 1821, όπως ο Κατσαντώνης, ο Καραϊσκάκης, ο Μπακόλας και ο Κουτελίδας και άλλοι επισκέπτονταν το μοναστήρι. Κάποιοι ερευνητές αναφέρουν ότι ο Σκουφάς έμαθε τα πρώτα του γράμματα στο κρυφό σχολειό της Παναγίας από τον Κωνσταντίνο Γεροστάθη, γεγονός που μαρτυρεί και την ύπαρξη του κρυφού σχολειού. Το κρυφό σχολειό υπήρχε σκαμμένο κάτω από το μοναστήρι και η είσοδος του ήταν από πηγάδι που βρίσκονταν στο κέντρο της αυλής. Δυστυχώς δεν έχει γίνει καμιά προσπάθεια όλα αυτά τα χρόνια να έρθει στο φως το περιβόητο κρυφό σχολειό των Σελλάδων. Μερικοί χωριανοί μας προσπάθησαν χρησιμοποιώντας ερασιτεχνικά μέσα να το εξερευνήσουν, αλλά απέτυχε η προσπάθεια τους και το κύριο πρόβλημα που αντιμετώπισαν ήταν η έλλειψη οξυγόνου, επειδή έπρεπε να φτάσουν πολύ βαθιά και ο χώρος ήταν πολύ στενός. Κατά καιρούς γίνονται προσπάθειες να εξερευνήσει η αρχαιολογία το χώρο, αλλά παραμένουν άκαρπες. Σήμερα βέβαια η μονή χρησιμοποιείται ως ναός γιατί τα κελιά και οι στάβλοι πυρπολήθηκαν από τους κατακτητές. Η εκκλησία είναι τρίκλιτη θολωτή βασιλική με τρούλο.

Έχουν συνδεθεί πολλοί θρύλοι με το μοναστήρι της Παναγίας. Οι Σελλαδίτες ανέκαθεν ήταν πολύ πιστοί στην Παναγία και πιστεύεται ότι ήταν πολύ πιστοί στην Παναγία και πιστεύεται ότι όταν το 1806 έπεσε στο χωριό επιδημία πανώλης, η Παναγία θαυματουργικώς γλίτωσε τους Σελλαδίτες από τη φοβερή αυτή αρρώστια. Συγκεκριμένα, υπάρχει ο γλαφυρότατος μύθος ότι η ίδια η Παναγία κυνήγησε μακριά την πανώλη με την ίδια την ρόκα της. Βέβαια σήμερα λίγοι είναι αυτοί που πιστεύουν αυτές τις δοξασίες, αλλά εμείς τις αναφέρουμε από σεβασμό στην παράδοση και στην ιστορία του χωριού μας.
Οι Σελλάδες είναι χωριό της Άρτας, κτισμένο σε ένα λοφίσκο. Βρίσκεται 12 χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της Άρτας, κοντά στο όριο με τον νομό Αιτωλοακαρνανίας. Το χωριό βρίσκεται μερικά χιλιόμετρα νοτιότερα των «Παλιοσελλάδων» δηλαδή του παλιού χωριού. Οι ελαιώνες στεφανώνουν το χωριό από βόρεια και στη νότια πλευρά του απλώνεται μια καταπράσινη πεδιάδα γεμάτη πορτοκαλιές, που τη διασχίζουν ποτάμια, τα οποία εκβάλλουν στον Αμβρακικό Κόλπο.

Πληροφορίες για τη χρονολογία που χτίστηκε ο οικισμός δεν υπάρχουν και το μόνο στοιχείο που δηλώνει για πρώτη φορά την ύπαρξη του στην ιστορία είναι η μαρτυρία του καθηγητή Κ. Μέρτζου, ο οποίος ερευνώντας τα αρχεία της Βενετίας, μας πληροφορεί ότι το 1696 οι Σελλάδες με το γειτονικό χωριό Μεγάρχη, πλήρωναν φόρο υποτέλειας στους Ενετούς. Μεταγενέστερα και μέχρι τους χρόνους του μεγάλου ξεσηκωμού της Επανάστασης της 25ης Μαρτίου 1821 δεν έχουμε καμία γραπτή αναφορά για την ύπαρξη των Σελλάδων, εκτός από τα ονόματα κάποιων Σελλαδιτών που έλαβαν μέρος στην Επανάσταση.

Ονομασία

Για την προέλευση της ονομασίας έχουν διατυπωθεί διάφορες απόψεις αλλά καμία δεν έχει ως τώρα επιβεβαιωθεί ως πραγματική. Πρώτα απ’ όλα, πιστεύεται ότι πρώτοι κάτοικοι του χωριού ήταν οι Σελλοί ένας λαός προερχόμενος από την Δωδώνη των Ιωαννίνων. Μια άλλη άποψη αναφέρει ότι οι κάτοικοι του χωριού ασχολούνταν με την κατασκευή σελών αλόγου και μια τρίτη θέλει το χωριό να ονομάστηκε έτσι επειδή είναι κτισμένο σαν σέλα αλόγου. Ακόμη, ο Στράβωνας ονομάζει την περιοχή από το χωριό ως το Μακρύν όρος Σελαΐδα. Τέλος μια άλλη μαρτυρία αναφέρει ότι ο πρώτος κάτοικος του χωριού είχε το επώνυμο Σελλαδίτης. Καμιά ωστόσο μαρτυρία δεν είναι ικανή να αναιρέσει την άλλη γιατί όλες αποτελούν πραγματική εκδοχή για την ονομασία του χωριού.

Κάτοικοι

Η κύρια ενασχόληση των κατοίκων στις Σελλάδες ήταν η γεωργία. Οι άνθρωποι καλλιεργούσαν ότι χρειάζονταν για τροφή. Το χειμώνα έσπερναν σιτηρά που τα θέριζαν το καλοκαίρι κάνοντας προμήθειες για όλο τον υπόλοιπο χρόνο. Μετά τον θερισμό τα προϊόντα έμεναν στο αλώνι. Την άνοιξη γινόταν η καλλιέργεια όσπριων και λαχανικών στα χωράφια. Όμως το μεγαλύτερο και σημαντικότερο τμήμα αποτελούσαν τα εσπεριδοειδή και τα ελαιόδεντρα. Το φθινόπωρο και τον χειμώνα γινόταν η συγκομιδή των καρπών. Από αυτούς οι μεγαλύτεροι κρατούνταν για κατανάλωση δική τους ή πωλούνταν. Οι μικρότεροι πήγαιναν σε ελαιοτριβεία και γίνονταν λάδι.
Οι κάτοικοι επένδυαν και στην κτηνοτροφία. Εκτρέφανε ζώα τα οποία χρειάζονταν για την ζωή τους. Η κτηνοτροφία περιλάμβανε πρόβατα και κατσίκες από τα οποία έπαιρναν μαλλί, κρέας και γάλα. Το γάλα μετατρεπόταν σε τυρί, γιαούρτι και βούτυρο που χρησιμοποιούνταν για οικιακή χρήση. Τα ζώα φυλάσσονταν σε στάβλους και την ημέρα έβοσκαν στα χωράφια.
Οι Σελλαδίτες έκοβαν ξύλα από τις γύρω περιοχές για να τα χρησιμοποιήσουν το χειμώνα, αλλά και το καλοκαίρι για το μαγείρεμα. Επειδή λοιπόν ο χειμώνας δεν μπορούσε να περάσει χωρίς την θέρμανση της φωτιάς, οι κάτοικοι φροντίζουν από το καλοκαίρι να συλλέγουν τις απαραίτητες προμήθειες όσον αφορά τα ξύλα. Υπήρχε περίπτωση πολλοί από αυτούς να επεξεργάζονταν το ξύλο και να έφτιαχναν αντικείμενα που τους εξυπηρετούσαν. Έτσι μπορούσαν να φτιάξουν σκαμνάκια, καρέκλες, ντιβάνια, μικρά τραπεζάκια κ.α., καθώς και «σαμαράκια». Ακόμα έφτιαχναν πόρτες και παράθυρα για τα σπίτια τα δικά τους ή για αυτά που έφτιαχναν άλλοι ως χτίστες. Έτσι τα πουλούσαν και έπαιρναν τα χρήματα για να ζήσουν.
Μια άλλη δραστηριότητα ήταν η μελισσοκομία. Όσοι ασχολούνταν με αυτό έπαιρναν μέλι και κερί. Το μέλι το κρατούσαν για δική τους κατανάλωση και πώληση ίσως. Το κερί το χρησιμοποιούσαν για τη δημιουργία κεριών κυρίως για φωτισμό.
Η οικοτεχνία αποτελούσε σημαντικό τομέα με τον οποίο ασχολούνται κυρίως οι γυναίκες. Χρησιμοποιώντας αγνά υλικά έφτιαχναν ότι χρειάζονταν. Μάλιστα η οικογένεια ντύνονταν συνήθως με δικά της προϊόντα. Βασική ύλη για την δημιουργία ρούχων ήταν το μαλλί που έπαιρναν από τα πρόβατα. Η μεταποίηση γινόταν με τη ρόκα και το αδράχτι, όπου οι γυναίκες έγνεθαν τις «βελόνες» και έπλεκαν ρούχα με τα οποία η οικογένεια θα πέρναγε αρκετό χρονικό διάστημα. Σημαντικό ρόλο στην οικοτεχνία κατείχε και ο αργαλειός. Σε αυτόν οι γυναίκες έφτιαχναν «κιλίμια» για να στρώνουν στο σπίτι.
Ακόμη μερικοί από τους κατοίκους εργάζονταν ως χτίστες. Δούλευαν όσο περισσότερο μπορούσαν. Επεξεργάζονταν την πέτρα και έφτιαχναν σπίτια σε ανθρώπους που ζητούσαν τις υπηρεσίες τους. Με αυτό τον τρόπο κατάφερναν να παίρνουν κάποια χρήματα, τα οποία μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν για την αγορά προϊόντων που δεν παρήγαγαν οι ίδιοι.